νταλίκα

νταλίκα
camion

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • νταλίκα — και ταλίκα, η μεγάλου μήκους φορτηγό, αυτοκίνητο ή ρυμουλκούμενο όχημα, με ισχυρό κινητήρα, το οποίο χρησιμοποιείται για μεταφορά φορτίων σε μακρινές αποστάσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. talika) …   Dictionary of Greek

  • νταλίκα — η μεγάλο φορτηγό με ρυμουλκούμενο όχημα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νταλικέρης — ο [νταλίκα] οδηγός νταλίκας …   Dictionary of Greek

  • ταλίκα — η, Ν βλ. νταλίκα …   Dictionary of Greek

  • Μητροπούλου, Κωστούλα — (Πειραιάς 1935 –). Πεζογράφος, θεατρική συγγραφέας και δημοσιογράφος. Σπούδασε νομικά και θέατρο, ασχολήθηκε στις με τη δημοσιογραφία και με τη λογοτεχνία. Συνεργάστηκε για αρκετά χρόνια με την εφημερίδα Έθνος και την ΕΡΑ 2, ενώ έχει εξαιρετικά… …   Dictionary of Greek

  • ταλίκα — ταλίκα, η και νταλίκα, η είδος κάρου και μεγάλου φορτηγού αυτοκινήτου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”